Οι αντωνυμίες

Η μνήμη




Φανταστείτε έναν άνθρωπο χωρίς μνήμη! Πρόσωπα, τόποι, διαδρομές… Πρέπει να τα ζήσει όλα από την αρχή. Φανταστείτε τώρα ένα κείμενο χωρίς μνήμη· ένα κείμενο από το οποίο λείπουν όλες αυτές οι μικρές λέξεις που ονομάζουμε αντωνυμίες. Επανάληψη και πλήξη.

Για παράδειγμα, δοκιμάστε να αφαιρέσετε από το κείμενο που μόλις διαβάζετε όλες τις υπογραμμισμένες λέξεις, και προσπαθήστε να τοποθετήσετε στη θέση τους τις λέξεις στις οποίες αναφέρονται οι αντωνυμίες.
Μπορείτε να μαντέψετε το αποτέλεσμα; Σύγχυση. Να λοιπόν τι κάνουν μεταξύ άλλων οι αντωνυμίες. Είναι λέξεις που αναφέρονται σε πράγματα, πρόσωπα, καταστάσεις που έχουν προηγηθεί· είναι λέξεις που δείχνουν, συνήθως, προς τα πίσω.

Άλλες φορές βλέπουν μπροστά: προετοιμάζουν.

Ουσιαστικά όμως, είναι “αποθηκούλες” μνήμης που προσδίδουν συνοχή στα κείμενά μας, και μας βοηθούν να σκεφτόμαστε γρήγορα, να αποφεύγουμε κουραστικές επαναλήψεις και να συντομεύουμε τον λόγο.
Αντωνυμίες και μνήμη
Το κείμενο που διαβάσατε παρουσιάζει την αναφορική λειτουργία των αντωνυμιών.

«Ανα-φέρομαι» σημαίνει "στρέφομαι προς τα πίσω". Να για ποιο λόγο χαρακτηρίζουμε τις αντωνυμίες "αποθηκούλες" μνήμης. Διατηρούμε στη μνήμη μας για λίγο κάτι που προηγήθηκε, ώστε, με βάση αυτό, να συνεχίσουμε.

Οι αντωνυμίες, όμως, έχουν και δεικτική λειτουργία. Πρόκειται για μια λειτουργία η οποία παρουσιάζεται τόσο συχνά στον καθημερινό μας λόγο, που σπάνια τη συνειδητοποιούμε.

Με τις αντωνυμίες, έχουμε τη δυνατότητα να προσδιορίσουμε τις οντότητες (πρόσωπα και πράγματα) που μετέχουν σε μια δραστηριότητα, καθώς και τον βαθμό συμμετοχής τους σ’ αυτήν.
Μπορούμε ακόμη να προσδιορίσουμε το «κοντά» και το «μακριά» στον χώρο και στον χρόνο κατά τη στιγμή που διατυπώνεται μια πρόταση. Δείτε δύο προτάσεις:

1.   Εκείνα τα χρόνια, δεν υπήρχε έγχρωμη τηλεόραση.
2.   Έχω πολλά σχέδια γι’ αυτή τη χρονιά.
 
Η χρονική στιγμή κατά την οποία εκφωνείται η περίοδος 1 είναι η ημέρα και ο χρόνος που εσείς διαβάζετε αυτό το κείμενο. Με την αντωνυμία "εκείνα", στην πρόταση 1, καταλαβαίνετε ότι ο ομιλητής δεν αναφέρεται στο άμεσο παρελθόν.

Παρ’ όλο που δεν είναι εύκολο να οριοθετήσουμε με ακρίβεια τα χρόνια, μπορούμε να προσδιορίσουμε την εποχή.

Στην περίοδο 2, ο ομιλητής δεν έχει στον νου του την επόμενη χρονιά, αλλά αυτή που διανύει κατά τη στιγμή που εκφωνεί-διατυπώνει την πρόταση.

Βλέπετε ότι για κάθε ομιλητή σημείο αναφοράς είναι η στιγμή που μιλάει.

Μην ξεχνάτε: Ό, τι λέγεται, λέγεται από κάποιον, σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο.

Αναφορική και δεικτική λειτουργία

Οι προσωπικές αντωνυμίες



Ακούγεται σαν λογοπαίγνιο, αλλά δεν είναι. Δείχνει τη δυνατότητά μας να αλλάζουμε θέσεις και ρόλους· να υποδυόμαστε πρόσωπα.

Εγώ (πρώτο πρόσωπο), εσύ (δεύτερο πρόσωπο), αυτός-αυτή-αυτό (τρίτο πρόσωπο) (δυνατοί τύποι).
Μου, σου, του (αδύνατοι τύποι).

Το πρώτο πρόσωπο είναι ο ομιλητής. Αυτός που διατυπώνει μια πρόταση· που εκφράζει μια σκέψη.

Το δεύτερο πρόσωπο είναι ο ακροατής· αυτός που συμμετέχει στη συνομιλία.
Το τρίτο πρόσωπο όμως δεν μετέχει.

Θυμάστε τι λένε οι κανόνες της καλής ανατροφής; Ποτέ δεν συζητάμε για άλλους όταν αυτοί είναι απόντες. Καμιά φορά όμως μιλάμε για πρόσωπα που δεν είναι παρόντα, φροντίζοντας να τα περιποιηθούμε δεόντως! Σ’ αυτή την περίπτωση, χρησιμοποιούμε το τρίτο πρόσωπο.

Οι δεικτικές αντωνυμίες



• Αυτός, αυτή, αυτό (δεν προηγείται άρθρο).
• Εκείνος, εκείνη, εκείνο (δεν προηγείται άρθρο).
• (Ε)τούτος, (ε)τούτη, (ε)τούτο (δεν προηγείται άρθρο.
• Τέτοιος, τέτοια, τέτοιο (προηγείται άρθρο μόνο όταν θέλουμε να μιλήσουμε απαξιωτικά για έναν άνθρωπο).
• Τόσος, τόση, τόσο.

Με τις δεικτικές αντωνυμίες "αυτός" και "εκείνος" παρουσιάζουμε στον συνομιλητή μας το κοντά και το μακριά στον χώρο και στον χρόνο.
Michael Holquist, The Fugue of Chronotope (Η Φούγκα του Χρονότοπου), σελ. 32, από το βιβλίο:

BAKHTIN'S THEORY OF THE LITERARY CHRONOTOPE: REFLECTIONS, APPLICATIONS, PERSPECTIVES, Academia Press, 2010

Τι εννοούμε λέγοντας "Εγώ"



Όταν ένα πρόσωπο εκφωνεί τη λέξη «εγώ», παρουσιάζει το κεντρικό σημείο που χρειάζεται για να βαθμονομηθούν όλες οι περαιτέρω διακρίσεις χρόνου και χώρου: «Εγώ» είναι το αόρατο υπόστρωμα όλων των άλλων δεικτών στη γλώσσα, το σημείο αναφοράς στο οποίο αναφέρονται όλες οι χωρικές λειτουργίες του, και ταυτόχρονα ο μέσος χρόνος Greenwich με τον οποίο βαθμολογούνται όλες οι χρονικές διαφορές.

Το «Εγώ» σηματοδοτεί τη διαφορά  μεταξύ «τώρα» και «τότε» καθώς και μεταξύ «εδώ» και «εκεί». Η διαφορά μεταξύ όλων αυτών των δεικτών εκδηλώνεται με τη σχέση που το καθένα από αυτά φέρει είτε ως προς την εγγύτητα του ορίζοντα του ομιλητή («εδώ» και «τώρα»), είτε ως προς την απόσταση του περιβάλλοντος του άλλου («εκεί» και «έπειτα»).

Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο η γλώσσα καθιστά δυνατό τον διάλογό μου με τον κόσμο από τη μοναδική μου θέση μέσα σ' αυτόν: η προτωπρόσωπη αντωνυμία, σε συνδυασμό με δείκτες όπως «τότε», «τώρα» και «εδώ», «εκεί» χρησιμεύουν για τη βαθμονόμηση των  θέσεων στον αφηρημένο χώρο και χρόνο [...]

Ο Μιχαήλ Μπαχτίν επαινεί τον Ντοστογιέφσκι για τη δημιουργία μιας «Κοπερνίκειας Επανάστασης», ακριβώς επειδή η πολυφωνική εκδοχή της δομής του μυθιστορήματος έφερε στο προσκήνιο την πολυπλοκότητα και τη χρησιμότητα της πρωτοπρόσωπης αντωνυμίας, καθώς αναπτύσσεται ορίζοντας έναν εαυτό.
M
M